​ Η Μάχη της Αξιολόγησης: Αποτιμήσεις και προοπτικές

 


Από την αρχή της φετινής χρονιάς ο γενικευμένος χαρακτήρας, η έκταση και το βάθος της γιούργιας του κεφαλαίου δεν μπορούν να συγκριθούν παρά μόνο με τη βαναυσότητα των μνημονίων. Η εργατική τάξη είδε το μεν χρηματικό μισθό της να ροκανίζεται από το κύμα ακρίβειας, το δε κοινωνικό της μισθό, συντάξεις, δαπάνες περίθαλψης και πρόνοιας, ακόμα και τις αναρρωτικές άδειες covid, να εξαϋλώνεται περαιτέρω. Βλέπει τα συνδικάτα της πεδικλωμένα με το νόμο Χατζηδάκη και τις πολιτικές της ελευθερίες βορά στην αυθαιρεσία του μπάτσου. 

Η ταξική πάλη στο μέτωπο της εκπαίδευσης ειδικότερα, χαρακτηρίστηκε από ακόμα μια κορύφωση της αντίστασης στην, κατά Μητσοτάκην αυτή τη φορά, νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση. Η φθινοπωρινή Απεργία–Αποχή από την αξιολόγηση, την οποία επέβαλε στις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες η αγανάκτηση των εκπαιδευτικών, κατέγραψε ταυτόχρονα το μέτρο και το βαθμό που ο κόσμος της εκπαίδευσης απορρίπτει τις σοφιστείες του κυβερνητικού αφηγήματος περί αξιολόγησης. Αντίθετα, η ευκολία με την οποία μπόρεσαν οι ομοσπονδίες να παραμερίσουν την εκπεφρασμένη θέληση της βάσης τους, επιβεβαίωσε όσους μιλούσαν για μια ρηχή πολιτικά αντίσταση στην αξιολόγηση. 

Ωστόσο, η εκπαιδευτική αριστερά δεν κατέθεσε τα όπλα. Έστω και μειοψηφικά, μια μικρή ομάδα ΕΛΜΕ και ΣΕΠΕ μπορεί και κρατάει ανοιχτό το ζήτημα της αξιολόγησης, όπως δείχνουν οι παρατάσεις των παρατεταμένων παρατάσεων των προθεσμιών κατάθεσης σχεδίων δράσης στις πλατφόρμες του περιώνυμου πια ΙΕΠ. 

Η εγκληματική κυβερνητική διαχείριση του τέταρτου κύματος της πανδημίας (και του επερχόμενου πέμπτου) συσσωρεύει περισσότερη εύφλεκτη ύλη στα πόδια της κυβέρνησης, δυσκολεύει και απειλεί το αντιμεταρρυθμιστικό εγχείρημα, ψηλώνοντας το μπόι των ΣΕΠΕ και ΕΛΜΕ που σήκωσαν τη σημαία της Απεργίας – Αποχής από την αξιολόγηση. Οι διεκπεραιωτές της αυτοαξιολογικής διαδικασίας –οι διευθύνσεις των σχολικών μονάδων– βρέθηκαν ανάμεσα σε δύο πυρά. Από τη μια η οργή των εκπαιδευτικών, είτε δήλωναν απεργία-αποχή είτε συμμετείχαν στην αυτοαξιολόγηση από φόβο˙ από την άλλη η πρεμούρα και οι πιέσεις της διοίκησης. Απέφυγαν λοιπόν ευθείες αντιπαραθέσεις και συνεδριάσεις συλλόγων και, είτε με προσωπικές πιέσεις στους συντονιστές των ομάδων είτε υποκαθιστώντας τους, προσπαθούν να παραγεμίσουν όπως όπως τις φόρμες του ΙΕΠ. Με αυτή τη μανούβρα, από τη μια οι πιέσεις θα έφερναν μεγαλύτερο αποτέλεσμα σε μεμονωμένα πρόσωπα παρά σε συλλογικά όργανα, όπως οι σύλλογοι διδασκόντων και από την άλλη η δήλωση Απεργίας – Αποχής θα κρυβόταν κάτω από το χαλί, ώστε να μπορεί η Υπουργός να πανηγυρίζει για τα ποσοστά συμμετοχής στην αξιολόγηση μετρώντας τα σχέδια που ανεβαίνουν στο ΙΕΠ, έστω και ερήμην των απεργών και των ομάδων εργασίας, από τις διευθύνσεις των σχολικών μονάδων, τους μπιστικούς και τις μπιστικές τους. ​ 

Η αντι-αξιολόγηση επί ξυρού ακμής. 

Στην αποδώ μεριά των χαρακωμάτων θα βρούμε όμως σοβαρότερα προβλήματα. Από τη μια η αποσυσπείρωση του εκπαιδευτικού κινήματος μετά τις δικαστικές αποφάσεις που κήρυξαν παράνομη την Απεργία–Αποχή της ΟΛΜΕ, αραίωσε τις γραμμές της αντι-αξιολόγησης και από την άλλη οι δύο αποκλίνουσες τακτικές που αναπτύχθηκαν στο εσωτερικό της στόμωσαν την πολιτική της αιχμή. Ένα μέρος της εκπαιδευτικής άκρας αριστεράς, της μόνης δύναμης που πήρε στα σοβαρά την Απεργία–Αποχή, μπήκε κάτω από ξένες σημαίες δίνοντας χώρο σε λογικές που συμμερίζονται οι γραφειοκράτες του ΠΑΜΕ και των ΣΥΝΕΚ˙ θέλησε να δει την κατάθεση «ενιαίων κειμένων» ως «εναλλακτική» τακτική αντίστασης στην Αξιολόγηση, ως ένα είδος «σχεδίου Β» για τις ΕΛΜΕ και τους ΣΕΠΕ όπου η Απεργία–Αποχή δεν έχει τύχη. Όμως, τα ενιαία κείμενα ή ό,τι άλλο κατατίθεται στο ΙΕΠ μπορούν εξίσου να χρησιμεύσουν στην ατομική αξιολόγηση και το χειρότερο, σταματούν κάθε δυναμική υπέρ του σχεδίου Α, της Απεργίας–Αποχής. Είναι επομένως μια αυτοκαταστροφική τακτική επιλογή.

Ανεξάρτητα ωστόσο από το γεγονός αυτό, το τελικό πολιτικό αποτέλεσμα υπήρξε η διάσπαση του ήδη ισχνού πολιτικού δυναμικού της αντι-αξιολόγησης σε δύο πολιτικά σχέδια, θεωρητικά και πρακτικά ασύμβατα. Το σχέδιο της Απεργίας – Αποχής υπερισχύει συντριπτικά στις Παρεμβάσεις ΔΕ ενώ πλειοψηφεί ισχνά στις παρεμβάσεις ΠΕ. Στο μέτρημα όμως, το πολιτικό σχέδιο της Απεργίας – Αποχής που κι εμείς υποστηρίζουμε βγαίνει λειψό: έχει χάσει ένα μικρό μέρος των Παρεμβάσεων ΔΕ και ένα μεγάλο των Παρεμβάσεων ΠΕ. 

Αν σε αυτά προσθέσεις μια μικρότερη μεν αλλά αξιόλογη και αποφασισμένη μερίδα εκπαιδευτικών που προωθεί την Απεργία – Αποχή με ή χωρίς συνδικαλιστική κάλυψη και συσπειρώνεται γύρω από τη Δικτύωση Εκπαιδευτικών για την Ανατροπή της Αξιολόγησης, σχηματίζεται μια εικόνα τριχοτομίας της αντι-αξιολόγησης σε τρία πρακτικά μη συγκοινωνούντα, σχεδόν στεγανά, πολιτικά σχέδια. 

Η Αντικαπιταλιστική Πρωτοβουλία Εκπαιδευτικών πιστεύουμε ότι η ευάριθμη αντι-αξιολόγηση δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της την πολυτέλεια των πολλαπλών τακτικών και των στεγανών πολιτικών σχεδίων που αποτελούν συνταγή ήττας. Η ύπαρξή τους όμως δεν δείχνει απλώς την απουσία μιας ενιαίας γειωμένης στην κοινή δράση τακτικής˙ δείχνει επίσης και την άγνοια κινδύνου. Αυτό που αντιμετωπίζει το εκπαιδευτικό κίνημα δεν είναι μια γραφική κυριούλα που την είδε Θάτσερ. Η εκπαιδευτική αντιμεταρρύθμιση είναι μέρος του νέου παραγωγικού υποδείγματος που επιδιώκει το κεφάλαιο στην αγωνία του να ανατάξει την κρίση του. Η κυβέρνηση του κεφαλαίου δεν έχει πού να υποχωρήσει πιο πίσω από τη νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση και είναι αποφασισμένη να πάει μέχρι τέλους. Επομένως οι ισχνές δυνάμεις της αντι-αξιολόγησης ούτε ενωμένες δεν θα μπορούσαν να την κοιτάξουν στα μάτια. Αυτή η πραγματικότητα κάνει σημαντικότερο εκείνο στο οποίο η όλη αντι-αξιολόγηση συμφωνεί, δηλαδή ότι μόνο η γενίκευση του αγώνα και η είσοδος της εργατικής τάξης με μαζικούς όρους στη μάχη μπορεί να γυρίσει την κατάσταση. Αν λοιπόν η όλη αντι-αξιολόγηση πράγματι αντιλαμβάνεται αυτό που δηλώνει, δε μένει παρά να θέσει στον εαυτό της δύο καθήκοντα. 

Πρώτα να κερδίσει περισσότερες ΕΛΜΕ και περισσότερους ΣΕΠΕ στήνοντας κατά σωματείο ή κατά γεωγραφική περιοχή επιτροπές αγώνα που θα διαμορφώσουν θα διεκδικήσουν και θα κερδίσουν πλειοψηφίες σε γενικές συνελεύσεις πιέζοντας και εν ανάγκη παραγκωνίζοντας γραφειοκρατικές διοικήσεις. 

Δεύτερο, να συνδέσει συνολικά, ενεργά και συγκεκριμένα το εκπαιδευτικό κίνημα με τα υπόλοιπα κομμάτια της εργατικής τάξης, αγκαλιάζοντας τα ιδιαίτερά τους αιτήματα και συντονίζοντας τον αγωνιστικό βηματισμό. Η ευθύνη όλων μας είναι μεγάλη και οι μικροπαραταξιακές αυταρέσκειες βούτυρο στο ψωμί της αντιμεταρρύθμισης. Τα ζητήματα της πανδημίας, της ακρίβειας, της ισοπέδωσης των εργασιακών κατακτήσεων, των πολιτικών ελευθεριών της εργατικής τάξης, των πολλαπλών καταπιέσεων, των πολεμικών απειλών, πρέπει να μπουν στην ατζέντα της αντι-αξιολόγησης. 

Γενάρης 2022 

Αντικαπιταλιστική Πρωτοβουλία Εκπαιδευτικών

Σχόλια